Οι χημικές ουσίες από τα προϊόντα ομορφιάς και περιποίησης μαλλιών επηρεάζουν τις ορμόνες, ειδικά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

2022-01-11
Η χρήση ορισμένων προϊόντων προσωπικής φροντίδας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδα των ορμονών της μητέρας, σύμφωνα με μια νέα μελέτη της Rutgers.Τα προϊόντα προσωπικής περιποίησης και ομορφιάς περιέχουν πολλά συστατικά που συχνά περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα χημικών ουσιών που διαταράσσουν το ενδοκρινικό σύστημα όπως φθαλικές ενώσεις, parabens, φαινόλες και τοξικά μέταλλα. Αυτές οι χημικές ουσίες αλληλεπιδρούν με τα ορμονικά συστήματα, ( τα οποία είναι όλα ιδιαίτερα ευάλωτα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης), επηρεάζοντας τη σύνθεση, τη ρύθμιση, τη μεταφορά, και το μεταβολισμό ορμονών.

Μια μελέτη η οποία χρηματοδοτήθηκε από το National Institute of Environmental Health Sciences και το National Institutes of Health και δημοσιεύθηκε στο Environmental Research , εξέτασε τη σχέση μεταξύ της χρήσης προϊόντων προσωπικής φροντίδας και των επιπέδων των στεροειδών ορμονών του φύλου, συμπεριλαμβανομένων των οιστρογόνων και της προγεστερόνης και των ορμονών του θυρεοειδούς στις εγκύους. Οι ερευνητές διερεύνησαν επίσης πώς οι δημογραφικοί παράγοντες επηρεάζουν τη χρήση ορισμένων προϊόντων προσωπικής φροντίδας.

Οι ερευνητές συνέλεξαν δείγματα αίματος από 1.070 έγκυες γυναίκες μεταξύ 18 και 40 ετών που ήταν εγγεγραμμένες στο Puerto Rico PROTECT Cohort, μια εν εξελίξει προοπτική μελέτη σχεδιασμένη να εξετάσει την περιβαλλοντική έκθεση σε εγκύους και τα παιδιά τους που ζουν στη βόρεια ζώνη του Πουέρτο Ρίκο.Ως μέρος της μελέτης, οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε φυσικές εξετάσεις και συμπλήρωσαν μια σειρά ερωτηματολογίων που παρείχαν τα δημογραφικά τους στοιχεία, το επάγγελμα, τον τρόπο ζωής και τη χρήση προϊόντων προσωπικής φροντίδας όπως αρώματα, λοσιόν, καλλυντικά, βερνίκια νυχιών, κρέμα ξυρίσματος, στοματικό διάλυμα, σαμπουάν και άλλα προϊόντα μαλλιών όπως ξανθιστικες, ισιωτικές και αφρούς. Οι συμμετέχοντες έδωσαν επίσης δείγματα αίματος δύο φορές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους, τα οποία αναλύθηκαν για εννέα στεροειδή του φύλου και θυρεοειδικές ορμόνες.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η χρήση προϊόντων μαλλιών, ιδιαίτερα βαφών μαλλιών, ξανθιστικων, ισιωτικων και αφρού συνδέονται με χαμηλότερα επίπεδα στεροειδών ορμονών του φύλου, οι οποίες διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στη διατήρηση της εγκυμοσύνης και την ανάπτυξη του εμβρύου. Οι διαταραχές αυτών των ορμονών μπορεί να συμβάλουν σε δυσμενή έκβαση της κύησης, όπως επιβράδυνση της εμβρυϊκής ανάπτυξης, πρόωρος τοκετός και χαμηλό βάρος γέννησης.

«Οι αλλαγές στα επίπεδα ορμονών, ειδικά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, μπορεί να έχουν τεράστιες συνέπειες πέρα από την υγεία του νεογνού κατά τη γέννηση, συμπεριλαμβανομένων αλλαγών στην ανάπτυξη του βρέφους και του παιδιού, το στάδιο της εφηβείας και μπορεί να επηρεάσουν την ανάπτυξη ορμονοευαίσθητων καρκίνων όπως ο καρκίνος του μαστού, της μήτρας και των ωοθηκών». Αυτά αναφέρει ο κύριος συγγραφέας της μελέτης Zorimar Rivera-Núñez, επίκουρος καθηγητής στο Rutgers School of Public Health. «Η πρόσθετη έρευνα θα πρέπει να εξετάσει τον αντίκτυπο στη δημόσια υγεία από την έκθεση σε χημικές ουσίες σε προϊόντα μαλλιών σε εγκύους πληθυσμούς».

Οι ερευνητές, που περιλαμβάνουν άτομα από το Rutgers Environmental and Occupational Health Sciences Institute, University of Michigan, University of Puerto Rico, University of Georgia και Northeastern University, συνιστούν ότι οι ιατροί πρωτοβάθμιας φροντίδας καθώς και οι μαιευτήρες θα πρέπει να ενημερώνουν τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας για τις χημικές ουσίες που διαταράσσουν το ενδοκρινικό σύστημα, όπως αυτές που βρίσκονται στα προϊόντα μαλλιών, και τις πιθανές επιπτώσεις στην υγεία τους.

Πηγή: Rutgers

Αναφορά: Zorimar Rivera-Núñez, Pahriya Ashrap, Emily S. Barrett, Adana AM Llanos, Deborah J. Watkins, Amber L. Cathey, Carmen M. Vélez-Vega, Zaira Rosario, José F. Cordero, Akram Alshawabkeh, John D. Meeker. Προϊόντα προσωπικής φροντίδας: Δημογραφικά χαρακτηριστικά και επιπτώσεις στο  ορμονικο σύστημα  εγκύων γυναικών από το Πουέρτο Ρίκο. 

 Environmental Research, 2021; 112376 DOI: 10.1016/j.envres.2021.112376